Loe raamatut: «Μια Αναζήτηση για Ήρωες », lehekülg 11

Font:

Ο Έρεκ κοίταξε τον Θορ.

«Θέλεις να γίνεις ένας εξαιρετικός ακόλουθος, και μια ημέρα, ένας εξαιρετικός ιππότης;» ρώτησε τον Θορ κοιτάζοντάς τον κατάματα.

Η καρδιά του Θορ χτύπησε δυνατά.

«Ναι, ιππότη μου, περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο».

«Τότε υπάρχουν πράγματα που πρέπει να μάθεις», είπε ο Έρεκ. «Η δύναμη δεν είναι αρκετή, η ευκινησία δεν είναι αρκετή, το να είσαι καλός μαχητής δεν είναι αρκετό. Υπάρχει και κάτι άλλο, κάτι πιο σημαντικό απ’ όλα αυτά».

Ο Έρεκ σώπασε πάλι, αλλά ο Θορ δεν μπορούσε να περιμένει.

«Τι;» ρώτησε ο Θορ. «Τι είναι πιο σημαντικό;»

«Πρέπει να έχεις ισχυρό ηθικό φρόνημα», απάντησε ο Έρεκ. «Να μην φοβάσαι ποτέ. Πρέπει να μπαίνεις στο πιο σκοτεινό δάσος, στην πιο επικίνδυνη μάχη με πλήρη αυτοκυριαρχία οποτεδήποτε και οπουδήποτε πας. Ποτέ να μην φοβάσαι και να είσαι πάντα σε επιφυλακή. Ποτέ να μην επαναπαύεσαι και να είσαι πάντα επιμελής. Δεν έχεις πια την πολυτέλεια να περιμένεις ότι κάποιος άλλος θα σε προστατέψει. Δεν είσαι πια πολίτης. Τώρα είσαι ένας από τους άντρες του Βασιλιά. Οι μεγαλύτερες αρετές ενός πολεμιστή είναι το θάρρος και η αυτοκυριαρχία. Μην φοβάσαι τους κινδύνους. Να τους περιμένεις, αλλά να μην τους αναζητάς».

«Αυτό το Δακτυλίδι στο οποίο ζούμε..», πρόσθεσε ο Έρεκ, «…είναι το βασίλειό μας. Και φαίνεται ότι εμείς, με όλους μας τους άντρες, το προστατεύουμε από τις ορδές του κόσμου. Αλλά δεν είναι έτσι. Εμείς προστατευόμαστε μόνο από το Φαράγγι και από τις μαγικές δυνάμεις που υπάρχουν σ’ αυτό. Ζούμε μέσα στο δακτυλίδι ενός μάγου. Μην το ξεχνάτε. Ζούμε και πεθαίνουμε μέσα στην μαγεία. Δεν υπάρχει ασφάλεια εδώ, αγόρι μου, σε καμία πλευρά του Φαραγγιού. Αν βγάλεις την μαγεία, τότε δεν έχουμε τίποτα».

Συνέχισαν τον δρόμο τους σιωπηλά για αρκετή ώρα, ενώ ο Θορ έφερνε ξανά και ξανά στο νου του τα λόγια του Έρεκ. Ένιωθε ότι ο Έρεκ του έδινε ένα κρυφό μήνυμα, σαν να του έλεγε ότι οποιαδήποτε δύναμη είχε, σε οποιαδήποτε μαγική δύναμη κι’ αν έκανε έκκληση, δεν ήταν κάτι για το οποίο έπρεπε να ντρέπεται. Στην πραγματικότητα ήταν κάτι για το οποίο θα έπρεπε να είναι υπερήφανος αφού ήταν και η πηγή ενέργειας στο βασίλειο. Ο Θορ ένιωσε καλύτερα. Πριν αισθανόταν ότι τον είχαν στείλει στο Φαράγγι σαν τιμωρία επειδή χρησιμοποίησε τη μαγική του δύναμη, και ένιωθε ένοχος γι’ αυτό. Αλλά τώρα καταλάβαινε ότι οι δυνάμεις του, οποιεσδήποτε κι’ αν ήταν αυτές, έπρεπε να είναι γι’ αυτόν πηγή υπερηφάνειας.

Καθώς τα άλλα αγόρια προπορεύονταν, ο Έρεκ και ο Θορ είχαν μείνει πίσω. Ο Έρεκ τον κοίταξε.

«Έχεις ήδη καταφέρει να κάνεις μερικούς ισχυρούς εχθρούς στην Αυλή», του είπε με ένα χαμόγελο στο πρόσωπό του σαν αυτό να τον διασκέδαζε. «Τόσους εχθρούς όσους και φίλους, φαίνεται».

Ο Θορ κοκκίνισε από την ντροπή του.

«Δεν ξέρω πως, ιππότη μου. Δεν είχα τέτοια πρόθεση».

«Οι εχθροί δεν αποκτώνται με προθέσεις. Αποκτώνται από ζήλια. Και εσύ κατάφερες να δημιουργήσεις πολλή ζήλια. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Είσαι το επίκεντρο πολλών και διάφορων προοπτικών».

Ο Θορ έξυσε το κεφάλι του προσπαθώντας να καταλάβει.

«Αλλά δεν ξέρω γιατί».

Ο Έρεκ ακόμα φαινόταν να το διασκέδαζε.

«Η ίδια η Βασίλισσα είναι ο αρχηγός ανάμεσα στους αντιπάλους σου. Έχεις καταφέρει με κάποιο τρόπο να προκαλέσεις τον θυμό της».

«Η μητέρα μου;» ρώτησε ο Ρις γυρίζοντας το κεφάλι του. «Γιατί;»

«Αυτή είναι ακριβώς η ίδια ερώτηση που κι’ εγώ αναρωτιόμουν», είπε ο Έρεκ.

Ο Θορ ένιωσε απαίσια. Η Βασίλισσα; Εχθρός του; Τι της είχε κάνει; Το μυαλό του δεν μπορούσε να το συλλάβει. Πώς θα μπορούσε να έχει κάποια σημασία γι’ αυτήν ώστε να τον παρατηρήσει; Δεν ήξερε τι γινόταν γύρω του.

Ξαφνικά του ήρθε μια ιδέα.

«Μήπως είναι αυτή ο λόγος που βρίσκομαι εδώ σήμερα; Στο Φαράγγι;» ρώτησε.

Ο Έρεκ γύρισε και κοίταξε ευθεία μπροστά του, ενώ το πρόσωπό του έγινε ξαφνικά σοβαρό.

«Μπορεί και να είναι», του απάντησε σκεφτικά. «Απλά μπορεί».

Ο Θορ άρχισε να αναρωτιέται για την έκταση και το βάθος των εχθρών που είχε κάνει. Είχε πάει σε μια Αυλή για την οποία δεν ήξερε σχεδόν τίποτα. Απλά ήθελε να ανήκει κάπου. Είχε ακολουθήσει το πάθος του και το όνειρό του, και είχε κάνει ό,τι μπορούσε για να το πετύχει. Δεν είχε σκεφτεί ότι με αυτή του την πράξη θα προξενούσε ζήλια και φθόνο. Όλα αυτά γύριζαν μέσα στο μυαλό του, σαν γρίφος, αλλά δεν μπορούσε να βγάλει συμπέρασμα.

Καθώς συλλογίζονταν όλα αυτά, έφτασαν στην  κορυφή ενός μικρού λόφου, και όπως η θέα απλώνονταν μπροστά τους, όλες οι σκέψεις για οτιδήποτε άλλο έσβησαν από το μυαλό του. Του είχε κοπεί η ανάσα – και όχι μόνο από τον δυνατό, σχεδόν θυελλώδη άνεμο.

Μπροστά τους, όσο το μάτι τους μπορούσε να δει, απλώνονταν το Φαράγγι. Ήταν η πρώτη φορά που ο Θορ το έβλεπε και η θέα του τον άφησε τόσο αποσβολωμένο που δεν μπορούσε να κουνηθεί από τη θέση του. Ήταν το πιο μεγαλειώδες και επιβλητικό πράγμα που είχε αντικρίσει ποτέ. Αυτό το τεράστιο χάσμα μέσα στη γη φαινόταν ότι απλωνόταν ως την αιωνιότητα, με μόνη εξαίρεση μια στενή γέφυρα που πλαισιώνονταν από στρατιώτες. Αλλά και η γέφυρα φαινόταν να απλώνεται επίσης ως την άκρη της γης.

Το Φαράγγι φωτίζονταν από τις τελευταίες λαμπερές μπλε και πράσινες ακτίνες του δεύτερου ήλιου που έδυε και με το φως να αντανακλάται πάνω στα τοιχώματά του. Μόλις κατάφερε να κουνήσει ξανά τα πόδια του, ο Θορ άρχισε να περπατάει μαζί με τους άλλους πλησιάζοντας όλο και περισσότερο την γέφυρα, ως ένα σημείο που μπορούσε να δει βαθιά μέσα στα βράχια του Φαραγγιού που φαίνονταν να έκαναν μια ατέλειωτη βουτιά ως τα έγκατα της γης. Ο Θορ δεν μπορούσε να δει το χαμηλότερο σημείο του Φαραγγιού, χωρίς να μπορεί να  καταλάβει αν αυτό ήταν επειδή το Φαράγγι δεν είχε πάτο ή επειδή μέσα είχε αρχίσει να σχηματίζεται ομίχλη. Τα βράχια που σχημάτιζαν τα τοιχώματα του Φαραγγιού έμοιαζαν σαν να ήταν ενός εκατομμυρίου ετών και είχαν σχέδια και σημάδια που πρέπει να είχαν αφήσει οι καταιγίδες αιώνες πριν. Ήταν το πιο αρχέγονο μέρος που είχε δει ποτέ του. Δεν είχε ιδέα ότι ο πλανήτης του ήταν τόσο τεράστιος, τόσο ζωντανός και με τόσο έντονα χρώματα.

Ήταν σαν να είχε έρθει στην αρχή της δημιουργίας.

Ο Θορ έβλεπε ότι και οι άλλοι δίπλα του είχαν μείνει έκθαμβοι.

Η σκέψη ότι αυτοί οι τέσσερις θα περιπολούσαν στο Φαράγγι του φαίνονταν γελοία. Και μόνο με τη θέα του, αυτοί έμοιαζαν ήδη σαν μικροσκοπικοί νάνοι.

Καθώς περπατούσαν προς τη γέφυρα, οι στρατιώτες στάθηκαν προσοχή ανοίγοντας δρόμο για την καινούργια περιπολία. Ο Θορ ένιωσε τον σφυγμό του να επιταχύνεται.

«Δεν μπορώ να καταλάβω πώς εμείς οι τέσσερις θα μπορούσαμε να το περιφρουρήσουμε», είπε ο Ο’Κόνορ.

Ο Έλντεν χαμογέλασε ειρωνικά. «Υπάρχουν πολλές ακόμα περιπολίες εκτός από εμάς. Εμείς είμαστε απλώς ένα μικρό γρανάζι στη μηχανή».

Καθώς διέσχιζαν τη γέφυρα, ο μόνος ήχος που ακουγόταν ήταν οι ριπές του ανέμου, τα βήματα από τις μπότες του και ο καλπασμός του αλόγου του Έρεκ. Οι οπλές του αλόγου έκαναν έναν υπόκωφο και καθησυχαστικό ήχο, το μόνο αληθινό πράγμα στο οποίο ο Θορ ένιωθε να βασίζεται σ’ αυτό το εξωπραγματικό μέρος.

Κανένας από τους στρατιώτες που στέκονταν προσοχή στην παρουσία του Έρεκ δεν είπε κουβέντα και πρέπει να ήταν εκατοντάδες αυτοί που στέκονταν στη φρουρά.

Ο Θορ δεν μπορούσε να μην προσέξει το θέαμα που έβλεπε. Πίσω από τους στρατιώτες και στις δύο πλευρές στα κιγκλιδώματα της γέφυρας, και σε μικρή απόσταση το ένα από το άλλο, υπήρχαν κεφάλια βαρβάρων εισβολέων καρφωμένα πάνω σε πασσάλους. Μερικά από αυτά φαίνονταν να είναι πολύ πρόσφατα, με το αίμα τους να στάζει κάτω.

Ο Θορ γύρισε αλλού τη ματιά του. Το θέαμα ήταν υπερβολικά ρεαλιστικό και δεν ήξερε αν ήταν έτοιμος για κάτι τέτοιο. Προσπάθησε να μην φαντάζεται όλες αυτές τις μάχες που είχαν ως κατάληξη τα κομμένα κεφάλια, τις ζωές που είχαν χαθεί, και τι τον περίμενε στην άλλη πλευρά. Αναρωτήθηκε αν θα τα κατάφερναν να γυρίσουν ζωντανοί. Μήπως, πράγματι ήταν αυτός ο λόγος όλης αυτής της αποστολής; Να σκοτωθεί;

Άφησε το βλέμμα του να περιπλανηθεί στα ατέλειωτα βράχια που χάνονταν στο βάθος του ορίζοντα και άκουσε το κρώξιμο ενός πουλιού κάπου μακριά. Ήταν ένας ήχος που δεν είχε ξανακούσει ποτέ του. Αναρωτήθηκε τι είδους πουλί ήταν και τι άλλα παράξενα ζώα παραμόνευαν στην άλλη πλευρά.

Αλλά στην πραγματικότητα δεν ήταν τα ζώα που τον ανησυχούσαν, ούτε και τα κεφάλια πάνω στους πασσάλους. Πάνω απ’ όλα ήταν η αίσθηση που του προκαλούσε αυτό το μέρος. Δεν μπορούσε να πει αν ήταν η ομίχλη, ο άνεμος που ούρλιαζε, η απεραντοσύνη του ουρανού, ή το φως του ήλιου που έδυε. Κάτι σ’ αυτό το μέρος ήταν τόσο σουρεαλιστικό που τον μετέφερε αλλού. Που τον τύλιγε. Ένιωθε μια βαριά μαγική ενέργεια να κρέμεται από πάνω τους. Αναρωτιόταν αν ήταν η προστασία του Σπαθιού ή κάποια αρχαία δύναμη. Αισθανόταν ότι δεν διέσχιζε απλώς μια μάζα γης, αλλά ότι έμπαινε σε ένα καινούριο πεδίο ύπαρξης.

Λίγες μόνο μέρες πριν, φρόντιζε τα πρόβατα στο μικρό χωριό του. Φαινόταν απίστευτο ότι τώρα για πρώτη φορά στη ζωή του θα περνούσε τη νύχτα απροστάτευτος στην άλλη πλευρά του Φαραγγιού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16

Καθώς ο ήλιος άρχισε να χάνεται από τον ουρανό, ένα βαθυκόκκινο χρώμα μαζί με έντονο μπλε φαίνονταν να έχουν περιβάλλει το σύμπαν. Ο Θορ μαζί με τον Ρις, τον Ο’Κόνορ και τον Έλντεν κατηφόριζαν στο μονοπάτι που οδηγούσε μέσα στο δάσος των Αγρίων. Ο Θορ δεν είχε ξανανιώσει τόση ένταση ποτέ στη ζωή του. Τώρα είχαν μείνει οι τέσσερις τους. Ο Έρεκ είχε μείνει πίσω στο στρατόπεδο και παρά τις λογομαχίες τους, ο Θορ αισθανόταν ότι τώρα χρειάζονταν ο ένας τον άλλον περισσότερο από ποτέ. Χωρίς τον Έρεκ, έπρεπε να είναι δεμένοι μεταξύ τους. Πριν φύγει, ο Έρεκ τους είχε πει να μην ανησυχούν, ότι θα έμενε στη βάση και θα άκουγε τις φωνές τους σε περίπτωση που τον χρειάζονταν.

Τα λόγια του αυτά είχαν καθησυχάσει τον Θορ.

Το δάσος άρχιζε να γίνεται πιο πυκνό καθώς προχωρούσαν. Ο Θορ κοίταξε γύρω σ’ αυτό το εξωτικό μέρος. Το έδαφος κάτω ήταν στρωμένο με αγκάθια και παράξενους  καρπούς. Τα κλαδιά πολλών δέντρων ήταν ροζιασμένα και φαίνονταν κυριολεκτικά αρχαία. Το ένα ακουμπούσε στο άλλο και ήταν τόσο περιπλεγμένα που ο Θορ χρειαζόταν συχνά να σκύβει. Αντί για φύλλα είχαν αγκάθια που προεξείχαν παντού γύρω του. Σε κάποια σημεία υπήρχαν κίτρινα αναρριχητικά φυτά που κρέμονταν ως κάτω και ο Θορ έκανε το λάθος να απλώσει το χέρι του για να σπρώξει ένα απ’ αυτά μακριά από το πρόσωπό του χωρίς να καταλάβει ότι στην πραγματικότητα ήταν ένα φίδι. Φώναξε δυνατά και έκανε ένα σάλτο για να απομακρυνθεί εγκαίρως.

Περίμενε ότι οι άλλοι θα άρχισαν να γελάνε μαζί του, αλλά κι’ αυτοί είχαν ζαρώσει απ’ τον φόβο τους. Ολόγυρά τους υπήρχαν παράξενοι θόρυβοι και εξωτικά ζώα. Μερικοί ήχοι έρχονταν από πολύ μακριά, άλλοι πάλι, από απίστευτα κοντά. Το σούρουπο έπεσε γρήγορα καθώς βάδιζαν όλο και βαθύτερα στο δάσος. Ο Θορ αισθανόταν ότι ανά πάσα στιγμή θα έπεφταν σε ενέδρα. Ο ουρανός γινόταν όλο και πιο σκοτεινός και όλο και πιο δύσκολα έβλεπε τώρα τα πρόσωπα των συντρόφων του. Κρατούσε τη λαβή του σπαθιού του τόσο δυνατά που οι αρθρώσεις των δακτύλων του είχαν ασπρίσει, ενώ με το άλλο του χέρι κρατούσε σφιχτά τη σφεντόνα του. Αλλά και οι άλλοι κρατούσαν σφιχτά τα όπλα τους.

Ο Θορ έδωσε κουράγιο στον εαυτό του ώστε να είναι δυνατός, με αυτοπεποίθηση και θάρρος, όπως ακριβώς έπρεπε να είναι ένας σωστός ιππότης. Και έτσι όπως τον είχε συμβουλέψει ο Έρεκ. Θα ήταν καλύτερα γι’ αυτόν να αντιμετωπίσει τον θάνατο τώρα, παρά να πρέπει να ζήσει ολόκληρη τη ζωή του μ’ αυτόν τον φόβο. Προσπάθησε να σηκώσει ψηλά το πηγούνι του και να βαδίζει με τόλμη, να αυξάνει τον βηματισμό του και να είναι ακόμα και λίγα βήματα πιο μπροστά από τους άλλους. Η καρδιά του χτυπούσε δυνατά, αλλά ένιωθε σαν να αντιμετώπιζε τους φόβους του.

«Γιατί ακριβώς κάνουμε περιπολία;» ρώτησε.

Αλλά αμέσως μετά κατάλαβε ότι είχε κάνει μια χαζή ερώτηση και περίμενε ο Έλντεν να αρχίσει να τον κοροϊδεύει.

Αλλά προς έκπληξή του, υπήρξε απόλυτη σιωπή. Ο Θορ γύρισε πίσω και είδε το άσπρο των ματιών του Έλντεν και κατάλαβε ότι φοβόταν ακόμη περισσότερο. Το γεγονός αυτό, έδωσε στον Θορ λίγη, τουλάχιστον, αυτοπεποίθηση. Ο Θορ ήταν μικρότερος σε ηλικία και πιο μικρόσωμος απ’ αυτόν και δεν είχε παραδοθεί στον φόβο του.

«Για τους εχθρούς, υποθέτω», είπε τελικά ο Ρις.

«Και ποιοι είναι αυτοί;» ρώτησε ο Θορ. «Πώς μοιάζουν στην όψη;»

«Υπάρχουν πολλών ειδών εχθροί εκεί έξω», είπε ο Ρις. «Τώρα βρισκόμαστε στη περιοχή των Αγρίων. Αυτοί είναι ένα έθνος βαρβάρων, αλλά μαζί τους υπάρχουν πολλές άλλες φυλές και σατανικά πλάσματα».

«Αλλά ποιος είναι ο λόγος της περιπολίας μας;» ρώτησε ο Ο’Κόνορ. «Τι διαφορά κάνει που εμείς περιπολούμε; Ακόμα κι αν σκοτώσουμε έναν ή δύο, πρόκειται μήπως να σταματήσουμε τα εκατομμύρια των υπολοίπων;»

«Δεν έχουμε έρθει εδώ για να ελαττώσουμε τον πληθυσμό τους, αλλά για να κάνουμε αισθητή την παρουσία μας εκ μέρους του Βασιλιά. Για να τους αποτρέψουμε να πλησιάσουν στο Φαράγγι.

«Εγώ νομίζω ότι θα ήταν πιο λογικό να περιμένουμε μέχρι να προσπαθήσουν να περάσουν απέναντι και τότε να τους αντιμετωπίσουμε», είπε ο Ο’Κόνορ.

«Όχι», είπε ο Ρις. «Είναι καλύτερα να τους αποτρέψουμε πριν καν πλησιάσουν. Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος αυτών των περιπολιών. Τουλάχιστον έτσι μου έχει πει ο μεγαλύτερος αδελφός μου».

Η καρδιά του Θορ συνέχισε να χτυπά ακόμα πιο δυνατά καθώς συνέχιζαν την πορεία τους όλο και πιο βαθιά μέσα στο δάσος.

«Πόσο μακριά υποτίθεται ότι πρέπει να πάμε;» ρώτησε ο Έλντεν, μιλώντας για πρώτη φορά και με την φωνή του να τρέμει.

«Δεν θυμάσαι τι μας είπε ο Κολκ; Πρέπει να βρούμε και να πάρουμε ένα κόκκινο λάβαρο και να το πάμε πίσω», είπε ο Ρις. «Αυτό θα είναι η απόδειξη ότι πήγαμε όσο μακριά έπρεπε στην περιπολία μας».

«Δεν έχω δει πουθενά κανένα λάβαρο», είπε ο Ο’Κόνορ. «Στην πραγματικότητα, δεν μπορώ να δω τίποτα. Πώς υποτίθεται ότι θα γυρίσουμε πίσω;

Κανείς δεν απάντησε. Ο Θορ σκεφτόταν το ίδιο πράγμα. Πώς θα μπορούσαν να βρουν ένα λάβαρο μέσα στο κατάμαυρο σκοτάδι; Άρχισε να σκέφτεται μήπως όλο αυτό ήταν ένα κόλπο, μια άσκηση, ένα ακόμα από τα ψυχολογικά παιχνίδια που η Λεγεώνα επέβαλε στα αγόρια. Σκέφτηκε πάλι τα λόγια του Έρεκ για τους πολλούς εχθρούς που είχε στην Αυλή. Ένιωσε ένα πολύ δυσάρεστο συναίσθημα γι’ αυτή την περιπολία. Μήπως τους είχαν στήσει παγίδα;

Ξαφνικά ακούστηκε ένας φοβερός θόρυβος σαν στριγγλιά που συνοδεύτηκε αμέσως μετά από μια κίνηση μέσα στα κλαδιά, ενώ κάτι μεγάλο πέρασε μπροστά τους στο μονοπάτι. Ο Θορ τράβηξε το σπαθί του, ενώ και οι άλλοι έκαναν το ίδιο. Ο ήχος από τα σπαθιά που έβγαιναν από τις θήκες τους, το μέταλλο που χτυπούσε πάνω στο μέταλλο, γέμισε τον αέρα. Εκείνοι στάθηκαν ακίνητοι κρατώντας τα σπαθιά μπροστά τους, κοιτάζοντας με νευρικότητα προς όλες τις κατευθύνσεις.

«Τι ήταν αυτό;» φώναξε δυνατό ο Έλντεν ενώ η φωνή του έσπασε από τον φόβο.

Για άλλη μια φορά, το ζώο πέρασε μπροστά τους στο μονοπάτι, τρέχοντας από την μια πλευρά του δάσους στην άλλη. Αυτή τη φορά κατάφεραν να το δουν.

Οι ώμοι του Θορ χαλάρωσαν καθώς κατάλαβε τι ήταν.

«Είναι απλώς ένα ελάφι», είπε με μεγάλη ανακούφιση. «Το πιο παράξενο ελάφι που έχω δει – αλλά, απλά ένα ελάφι».

Ο Ρις γέλασε με ένα γέλιο καθησυχαστικό, αλλά πολύ ώριμο για την ηλικία του. Με το που το άκουσε, συνειδητοποίησε ότι ήταν το γέλιο ενός μελλοντικού Βασιλιά. Ένιωσε καλύτερα που είχε τον φίλο του στο πλάι του. Μετά γέλασε κι’ εκείνος. Όλος αυτός ο φόβος – για το τίποτα.

«Δεν ήξερε ότι η φωνή σου σπάει όταν παραδίνεσαι στον φόβο», ο Ρις κορόιδεψε τον Έλντεν, και γέλασε ξανά.

«Αν μπορούσα να σε δω, θα σε γρονθοκοπούσα», είπε ο Έλντεν.

«Εγώ σε βλέπω μια χαρά», είπε ο Ρις. «Έλα, δοκίμασε».

Ο Έλντεν τον αγριοκοίταξε, αλλά δεν τόλμησε να κάνει καμία κίνηση. Αντιθέτως, έβαλε το σπαθί του πίσω στη θήκη του, όπως ακριβώς έκαναν και οι άλλοι. Ο Θορ θαύμασε τον Ρις που έκανε δύσκολη τη ζωή του Έλντεν. Ο Έλντεν τους κορόιδευε όλους  – άξιζε να πάθει και εκείνος τα ίδια.  Θαύμασε την τόλμη του Ρις που έκανε κάτι τέτοιο, αφού ο Έλντεν ήταν διπλάσιος απ’ αυτόν.

Τελικά, ο Θορ ένιωσε την ένταση να φεύγει από το σώμα του. Είχαν κάνει την πρώτη τους συνάντηση, ο πάγος είχε σπάσει και ήταν ακόμα ζωντανοί. Έγειρε προς τα πίσω και γέλασε, χαρούμενος που ήταν ζωντανός.

«Εσύ να συνεχίσεις να γελάς, παράξενο αγόρι», είπε ο Έλντεν. «Θα δούμε ποιος θα γελάσει τελευταίος».

Δεν γελάω μαζί σου, όπως ο Ρις, σκέφτηκε ο Θορ. Απλά χαίρομαι που είμαι ζωντανός.

Αλλά δεν μπήκε στον κόπο να το πει δυνατά – ήξερε πως ό,τι κι’ αν έλεγε δεν θα άλλαζε το μίσος του Έλντεν γι’ αυτόν.

«Κοιτάξτε!» φώναξε ο Ο’Κόνορ. «Εκεί!»

Ο Θορ μισόκλεισε τα μάτια του αλλά δεν μπορούσε να δει αυτό που τους έδειχνε μέσα στο πυκνό σκοτάδι. Τότε το είδε – το λάβαρο της Λεγεώνας να κρέμεται από ένα κλαδί.

Όλοι άρχισαν να τρέχουν προς αυτό.

Ο Έλντεν προσπέρασε τους άλλους σπρώχνοντάς τους άγαρμπα στην άκρη.

«Αυτό το λάβαρο είναι δικό μου!» φώναξε.

«Εγώ το είδα πρώτος!» φώναξε ο Ο’Κόνορ.

«Όμως, εγώ θα το πάρω πρώτος και εγώ θα το πάω πίσω!» κραύγασε ο Έλντεν.

Ο Θορ έγινε έξαλλος – δεν μπορούσε να καταλάβει τις πράξεις του Έλντεν. Θυμήθηκε τα λόγια του Κολκ, ότι αυτός που θα έφερνε πίσω το λάβαρο θα ανταμείβονταν – και συνειδητοποίησε το λόγο που έτρεχε ο Έλντεν. Αλλά δεν τον δικαιολογούσε. Υποτίθεται ότι ήταν ομάδα, ένα σύνολο – όχι ο καθένας για τον εαυτό του. Ο πραγματικός χαρακτήρας του Έλντεν είχε αποκαλυφθεί – κανείς άλλος δεν έτρεξε να το πάρει, ούτε είχε προσπαθήσει να ξεπεράσει τους άλλους. Αυτό έκανε τον Θορ να τον μισεί περισσότερο.

Ο Έλντεν έτρεξε γρήγορα χτυπώντας τον Ο’Κόνορ με τον αγκώνα του, και πριν οι άλλοι προλάβουν να αντιδράσουν πέρασε αρκετά μέτρα μπροστά και άρπαξε το λάβαρο.

Εκείνη τη στιγμή, ένα τεράστιο δίχτυ εμφανίστηκε από το πουθενά, υψώθηκε από το έδαφος και όπως πετάχτηκε στον αέρα, παγίδεψε τον Έλντεν και τον σήκωσε ψηλά. Ο Έλντεν κουνιόταν μπρος-πίσω μπροστά στα μάτια τους, λίγα μέτρα πιο πέρα, σαν ένα ζώο πιασμένο σε παγίδα.

«Βοήθεια! Βοηθήστε με!» ούρλιαζε τρομοκρατημένος.

Σιγά σιγά, όλοι τον πλησίασαν και ο Ρις άρχισε να γελάει.

«Λοιπόν, ποιος είναι τώρα ο δειλός;» Φώναξε ο Ρις που φαίνονταν ότι το διασκέδαζε.

«Εσύ μικρό σκατό!» φώναξε. «Θα σε σκοτώσω όταν κατέβω από εδώ!»

«Αλήθεια;» του απάντησε ο Ρις. «Και πότε θα γίνει αυτό;»

«Κατεβάστε με!» ούρλιαζε ο Έλντεν στριφογυρνώντας μέσα στο δίχτυ. «Σας διατάζω!»

«Α, ώστε μας διατάζεις, ε..» είπε ο Ρις και ξέσπασε ξανά σε γέλια.

Ο Ρις γύρισε και κοίταξε τον Θορ.

«Εσύ τι λες;» τον ρώτησε ο Ρις.

«Νομίζω ότι μας οφείλει μια συγγνώμη, σε όλους μας», είπε ο Ο’Κόνορ. «Ειδικά στον Θορ».

«Συμφωνώ», είπε ο Ρις. «Να σου πω τι θα κάνεις..», είπε στον Έλντεν. «Θα ζητήσεις συγγνώμη – και θα το κάνεις ειλικρινά – και τότε θα σκεφτώ να σε κατεβάσω».

«Να ζητήσω συγγνώμη;» η φωνή του ¨Ελντεν ακούστηκε σαν αντίλαλος. «Ούτε σε χίλιους ήλιους!»

Ο Ρις στράφηκε στον Θορ.

«Ίσως θα πρέπει να αφήσουμε αυτόν τον μπόγο εδώ όλη τη νύχτα. Θα γίνονταν τέλειο φαΐ για τα ζώα. Εσύ τι λες;»

Ο Θορ χαμογέλασε πλατιά.

«Νομίζω ότι είναι πολύ καλή ιδέα», είπε ο Ο’Κόνορ.

«Περιμένετε!» τσίριξε ο Έλντεν.

Ο Ο’Κόνορ άπλωσε το χέρι του και άρπαξε το λάβαρο από το αιωρούμενο δάχτυλο του Έλντεν.

«Βλέπεις, δεν μας νίκησες στο λάβαρο, τελικά», είπε ο Ο’Κόνορ.

Και οι τρεις τους γύρισαν και άρχισαν να απομακρύνονται.

«Όχι, περιμένετε!» φώναξε ο Έλντεν. «Δεν μπορείτε να με αφήσετε εδώ! Δεν θα κάνατε κάτι τέτοιο!»

Και οι τρεις τους συνέχισαν τον δρόμο τους.

«Συγγνώμη!» ο Έλντεν άρχισε να κλαίει με λυγμούς. «Σας παρακαλώ! Συγγνώμη!»

Ο Θορ σταμάτησε, αλλά ο Ρις και ο Ο’Κόνορ συνέχισαν το δρόμο τους. Τελικά ο Ρις γύρισε.

«Τι κάνεις;» ρώτησε τον Θορ.

«Δεν μπορούμε να τον αφήσουμε εδώ», είπε ο Θορ. Όσο κι’ αν ο Θορ αντιπαθούσε τον Έλντεν, δεν πίστευε ότι ήταν σωστό να τον αφήσουν εκεί.

«Γιατί όχι;» ρώτησε ο Ρις. «Μόνος του έπαθε ό,τι έπαθε».

«Αν τα πράγματα ήταν αντίστροφα..», είπε ο Ο’Κόνορ, «…ξέρεις ότι μετά χαράς θα σε άφηνε εδώ. Γιατί νοιάζεσαι γι’ αυτόν;»

«Καταλαβαίνω», είπε ο Θορ. «Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι εμείς θα πρέπει να φερθούμε σαν κι’ αυτόν».

Ο Ρις έβαλε τα χέρια του στους γοφούς του και αναστέναξε βαθιά καθώς έσκυψε για να ψιθυρίσει κάτι στον Θορ».

«Ούτε εγώ είχα πρόθεση να τον αφήσουμε εδώ όλη νύχτα. Ίσως τη μισή νύχτα. Όμως, έχεις δίκιο. Δεν είναι φτιαγμένος για τέτοια. Πολύ πιθανόν κάποια στιγμή να νευριάσει τόσο που θα πάθει καρδιακή προσβολή. Εσύ είσαι πολύ ευγενικός. Αυτό είναι πρόβλημα», είπε ο Ρις, βάζοντας το χέρι του στον ώμο του Θορ. «Αλλά γι’ αυτό σε διάλεξα για φίλο».

«Κι’ εγώ», είπε ο Ο’Κόνορ, βάζοντας το χέρι του στον άλλο ώμο του Θορ.

Ο Θορ έκανε στροφή και περπάτησε προς το δίχτυ, άπλωσε το χέρι του και το έκοψε.

Ο Έλντεν προσγειώθηκε με γδούπο. Παραπατώντας σηκώθηκε όρθιος, πέταξε το δίχτυ από πάνω του και με αγωνία άρχισε να ψάχνει το έδαφος.

«Το σπαθί μου!» φώναξε. «Πού είναι;»

Ο Θορ έψαξε κάτω στο έδαφος αλλά ήταν πολύ σκοτεινά για να δει οτιδήποτε.

«Μπορεί να πετάχτηκε μέσα στα δέντρα όταν σε σήκωσε το δίχτυ», απάντησε ο Θορ.

«Όπου κι’ αν είναι, τώρα χάθηκε», είπε ο Ρις. «Δεν θα το ξαναβρείς».

«Αλλά δεν καταλαβαίνετε», είπε ο Έλντεν παρακλητικά. «Στη Λεγεώνα, υπάρχει ένας απλός κανόνας. Ποτέ μην αφήνετε το όπλο σας πίσω. Δεν μπορώ να επιστρέψω χωρίς αυτό. Θα με διώξουν!»

Ο Θορ γύρισε και για άλλη μια φορά έψαξε στο έδαφος, στα δέντρα, παντού. Αλλά το σπαθί του Έλντεν δεν φαινόταν πουθενά. Ο Ρις και ο Ο’Κόνορ στέκονταν εκεί. Δεν έμπαιναν στον κόπο να ψάξουν.

«Λυπάμαι», είπε ο Θορ. «Δεν το βλέπω πουθενά».

Ο Έλντεν έψαξε κι’ αυτός παντού αλλά στο τέλος τα παράτησε.

«Εσύ φταις» είπε δείχνοντας τον Θορ. «Εσύ μας έμπλεξες σ’ αυτή την περιπέτεια!»

«Όχι, δεν φταίω εγώ», απάντησε ο Θορ. «Εσύ φταις! Εσύ έτρεξες να πάρεις το λάβαρο. Εσύ μας έσπρωξες όλους. Δεν μπορείς να κατηγορείς κανέναν εκτός από τον εαυτό σου».

«Σε μισώ!» ούρλιαξε ο Έλντεν.

Επιτέθηκε στον Θορ αρπάζοντάς τον από το πουκάμισο και ρίχνοντάς τον στο έδαφος. Το βάρος του έπιασε τον Θορ απροετοίμαστο. Κατάφερε να κάνει μια στροφή, αλλά ο Έλντεν έκανε και εκείνος άλλη μια στροφή και καθήλωσε τον Θορ στο έδαφος. Ο Έλντεν ήταν υπερβολικά μεγαλόσωμος και δυνατός και ήταν πολύ δύσκολο να τον απωθήσει.

Ξαφνικά, όμως, ο Έλντεν άφησε τον Θορ και κύλησε στο πλάι. Ο Θορ άκουσε τον ήχο από ένα σπαθί που έβγαινε από την θήκη του και σηκώνοντας το βλέμμα του είδε τον Ρις να στέκεται πάνω από τον Έλντεν με την άκρη του σπαθιού του καρφωμένη στον λαιμό του.

Ο Ο’Κόνορ άπλωσε το χέρι του και βοήθησε τον Θορ να σηκωθεί όρθιος. Ο Θορ στεκόταν μαζί με τους δύο φίλους του και κοίταζε τον Έλντεν που παρέμενε καθηλωμένος στο έδαφος με το σπαθί του Ρις στο λαιμό του.

«Αν ακουμπήσεις τον φίλο μου ξανά..», είπε ο Ρις στον Έλντεν με απόλυτη σοβαρότητα, «…σου δίνω το λόγο μου πως θα σε σκοτώσω».

Vanusepiirang:
16+
Ilmumiskuupäev Litres'is:
10 september 2019
Objętość:
344 lk 8 illustratsiooni
ISBN:
9781632913234
Allalaadimise formaat:
epub, fb2, fb3, ios.epub, mobi, pdf, txt, zip
Esimene raamat sarjas "Το Δακτυλίδι του Μάγου"
Kõik sarja raamatud